Σκηνές από τον βίο της Αγίας Θεοδώρας της πολιούχου της Άρτας.

Σκηνές από τον βίο της Αγίας Θεοδώρας της πολιούχου της Άρτας.

Η αγία Θεοδώρα ή Βασίλισσα τής »Αρτας γεννήθηκε κατά τό 1214. Ήταν γόνος άρχοντικής καταγωγής, καθώς φανερώνει τ’ όνομά τους PIERRE D’ AULPHY τής Προβηγκίας.

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΑΛ(Ε)ΙΦΗΣ ό πατέρας τής Θεοδώρας, κατείχε τόν Βυζαντινό τίτλο τού Σεβαστοκράτορος τής Θεσσαλονίκης. Είχε προσφέρει άρκετές καί σημαντικές ύπηρεσίες στήν Αύτοκρατορία τού Βυζαντίου. Η Θεοδώρα έλαβε χριστιανοπρεπή άνατροφή, όπως καί τ’ άλλα άδέλφια της.’Η Θεοδώρα, όμως ήταν εύλογημένη από τόν Δωρεοδότην Κύριον καί διά τούτο έβλάστησε στό Γένος μας καί στήν Πατρίδα μας, σάν τριαντάφυλλο σπανιώτατο καί εύωδέστατο μέ πνευματικά άρώματα.Σκορπούσε παντού τά άρώματα αυτά τής ψυχής της, πού πρέρχονταν άπό τήν ένάρετη καί θαυμαστή ζωή της. Άν καί άρχοντοπούλα καί μέ σπάνια ομορφιά προσώπου, όπου άντικατοπτριζόταν ή ψυχική της ομορφιά, ήταν πολύ ταπεινή καί πολύ απλή.Φερόταν πρός όλους τούς ανθρώπους τού αρχοντικού της μέ γλυκύτητα καί αγάπην.Είχεν φόβο Θεού.Επρόσεχε πολύ τήν ψυχή της. Η Θεοδώρα ήταν προσεκτική στά λόγια της καί στήν συμπεριφορά της.Από μικρό κορίτσι δέν έδειχνε ένδιαφερόταν γιά στολιδια, φορέματα πολυτελή καί καλωπίσματα. Αυτά τά θεωρούσε μάταια, χαμένα, γήινα!! »Ηταν σεμνή καί ήθικωτάτη. »Ηταν ένα κρίνο άγνό τού άγρού, αλλά πολύ εύοσμο!!!! Εβάδιζε σύμφωνα μέ τό καλό παράδειγμα τών γονέων της.Αύτοί ήταν ενάρετοι, ελεήμονες. Φερότανε, λοιπόν καί ή ιδία μέ αγάπη καί καλοσύνη πρός όλους.Είχε επίσης ταπείνωση καί υπακοήν απέραντη στούς γονείς της.Προερχότανε από καλό δένδρο.’Εξελίχθηκε σέ καλό καρπό. ‘Ετσι βρίσκει έφαρμογή καί στήν περίπτωσι της ο λόγος τού Κυρίου: «έκ τού καρπού τό δένδρον γινώσκεται». Βλέποντας οί γονείς της, ότι επρόκοβε στά καλά καί στά θεάρεστα έργα, έχαίροντο.τήν είχανε καμάρι καί δοξάζανε τόν Θεό. Σκεπτότανε μάλιστα νά τήν παντρέψουν. Άλλά φροντίζανε νά βρούν άντρα, επίσης θεοσεβή καί ενάρετο, γιά νά ταιριάζη καί μέ τήν Θεοδώρα. Έν τώ μεταξύ όμως απέθανε ‘ο πατέρας της καί ή Θεοδώρα βρήκε προστασίαν καί επίβλεψιν από τόν Δεσπότην Θεόδωρον τού Δεσποτάτου τής Ηπείρου πού ήταν αδελφός της.Αλλά καί άλλα γεγονότα τραγικά, γιά τήν Βυζαντινή Αυτοκρατορία μεσολαβήσανε, χωρίς νά ματαιώσουν τίς σκέψεις τού περιβάλλοντος τής Θεοδώρας, γιά τήν αποκατάστασι της. Τήν άνοιξη τού 1204 οί Φράγγοι σταυροφόροι κατέλαβαν τήν Βασιλίδα τών πόλεων τήν ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ, πρωτεύουσα τής κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αύτοί δυστυχώς, μέ τόν Σταυρό στόν ώμο,<< διέπραξαν τίς πιό αισχρές παρανομίες καί διαρπαγές>>, σέ τρόπο ώστε νά είναι στήν ίδια μοίρα μέ τούς βαρβάρους κατακτητάς τόν ‘Αλάριχον ή τόν ‘Αττίλαν. Στίς κρίσιμες εκείνες στιγμές βρέθηκαν άνδρες μέ εθνικότητα καί ζωτικότητα υπέροχη. Αυτοί ίδρυσαν ξεχωριστές ηγεμονίες, όπως τήν Αυτοκρατορία τής Τραπεζούντος, τό Βασίλειον τής Νικαίας καί τό Δεσποτάτον τής Ηπείρου, τό όποίον θά μάς διαφωτίσει πολύ, γιά τή ζωή τής Αγίας μας. Τό Δεσποτάτον αυτό τό ίδρυσε ό Μιχαήλ Α’ ό Κομνηνός, συγγενής τού Αυτοκράτορος Άλεξίου Κομνηνού, πού βασίλευε στήν Κωνσταντινούπολη κατά τά τργικά γεγονότα. Μετά δεκάχρονη βασιλεία τόν διαδέχτηκε ό άδελφός του Θεόδωρος, γιατί ό Μιχαήλ δούκας γιός τού Μιχαήλ Κομνηνού ήταν ακόμη ανήλικος.

Ο Θεόδωρος ήταν ανδρείος καί μεγαλεπήβολος.Επέτυχε βεβαίως πολλά, αλλά ήτο καί αλόγιστος καί επίορκος. Τυφλωμένος από τήν φιλοδοξία του καί θέλοντας νά εξασφαλίση καί γιά τόν εαυτό του απερίσπαστη καί συνεχή διοίκησι, σκέφτηκε νά σκοτώσει τόν μελλοντικό διεκδικητή τής Αυτοκρατορικής εξουσίας, τόν ανήλικο ανεψιό τού Μιχαήλ Δούκα ή Μιχαήλ Β’ όπως έμεινε στήν ίστορία. Σάς τα γράφουμε αυτά γιά νά μεταφέρουμε τό κλίμα τής εποχής. Ημετέρα όμως τού νεαρού πρίγκηπα ματαίωσε τά σχέδια του, διότι πήρε τόν μικρό Μιχαήλ Δούκα καί κατέφυγε στό Μωριά. Ο Θεόδωρος νικήθηκε από τούς Βουλγάρους παρά τόν ‘Εβρο, αίχμαλωτίστηκε καί τυφλώθηκε από τόν αρχηγό τους Ασάν. Τότε ό Ασάν εκάλεσε από τόν Μωριά τόν Μιχαήλ Δούκα μέ τήν μητέρα του. Είχε αρετές γενναίου πολεμιστή. Αυτόν τόν Μιχαήλ Δούκα ή Μιχαήλ Β’ Προώρισεν ή Θεία Πρόνοια ώς σύζυγον τής Θεοδώρας.

Στά ΣΕΡΒΙΑ τής Κοζάνης ό νέος αυτός γνωρίζει τήν κόρη τού Ιωάννου Πετραλύφη, τή Θεοδώρα » ής άκρως αλούς»  όπως ίστορεί ό βιογράφος της Ίώβ -δηλ. σαγινευθείς από τήν ομορφιά της τή ζητά σέ γάμον. Ήταν προχωρημένη ή άνοιξη, γύρω στά 1230, όταν ό νέος Δούκας τού Δεσποτάτου τής Ηπείρου Μιχαήλ Β’ ό Κομνηνός, έφτασε στό οχυρωμένο Κάστρο τών Σερβίων (Κοζάνης), μαζί μέ κάμποσες Κεφαλές κι’ άλλους όφφικιάλιους τής ακολουθίας του. Τά Σέρβια τόπος ήμιορεινός, μέ φυσικές όμορφιές, δάση, φαράγγια καί βραχοβούνια, βρισκόταν ανάμεσα στόν Αλιάκμονα καί στούς πρόποδες τών Πιερίων βουνών. Τό πέτρινο Κάστρο του, κατά τά Βυζαντινά χρόνια, ήταν μιά ολόκληρη πόλη φημισμένη, μέ απόρθητα τειχιά, ανάκτορα, πολλές εκκλησίες, μοναστήρια καί φιλανθρωπικά κτίσματα. Ο λαός πού κατοικούσε εκεί ήταν Ακρίτες γενναίοι πού αγαπούσαν καί υπερασπίζονταν τόν τόπο. Ιστορίες, θρύλοι καί τραγούδια μιλούσαν γιά κείνο το πέτρινο δυναμάρι τού Βυζαντινού καιρού. Οί βασιλικοί μαντατοφόροι καί οί προφυλακές πού έφταναν στά Σέρβια ειδοποίησαν τίς Κεφαλές τόν ιερό Κλήρο ότι σέ λίγο καταφτάνει ό Δούκας μέ τήν ακολουθία του. Μόλις έφτασε στή μεγάλη ρούγα αντίκρυσε τίς Κεφαλές τών Σερβίων, τόν ιερό Κλήρο, τό στρατό καί πλήθος κόσμου νά τόν περιμένουν. Τόν χαιρέτησαν όλοι ώσπου ήρθε νά προσκυνήσει τό Μεγαλείο του καί τό στερνοπαίδι τής Ελένης καί τού Ιωάννη Πετραλείφα, ή μικρή Θεοδώρα. ‘Ηταν ντυμένη στά θαλασσιά καί ακτινοβολούσε από σεμνότητα καί ομορφιά. Τά μεγάλα μάτια της, υγρά καί έκπληκτα. βυθίστηκαν λές μές τήν ύπαρξη τού Μιχαήλ. Από κείνη τή στιγμή ό Μιχαήλ, νικητής καί πολιορκητής τών καρδιών καί τού βράχου τών Σερβίων, ένιωσε πυρπολημένος μέ τή λάμψη τής μικρής Θεοδώρας.Τή λεπτή, πρωτοθώρητη γιά κείνον θηλυκάδα μιάς γυναίκας πού ήταν ακόμη παιδί.Τό ίδιο βράδυ κιόλας τής επίσκεψης στά Σέρβια, ό Δεσπότης Μιχαήλ έβαλε τούς ανθρώπους του κι’ έμαθαν τό καθετί γιά τή ζωή τής κόρης τών Πετραλείφων. Καί χωρίς περιστροφές, επεδίωξε νά ξανασυναντήσει καί νά μιλήσει μέ κείνο τό γήινο όραμα.<< Αύτή μέ τήν λαμπράδα της καί τ’ άστρα σκοτεινιάζει>>. (Απόσπασμα από τό βιβλίο τού κ. Δ. Φερούση: ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΟΜΝΗΝΗ Βασίλισσα καί Μοναχή τών εκδόσεων ,,ΑΚΡΙΤΑΣ,,.)

—————————————————————————————

Από τό βιβλίο τής κ. Αναστασίας Ν. Κυνηγοπούλου ΒΑΣΙΛΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΕΣ ΑΓΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ:

Στά Σέρβια ό Μιχαήλ Β’ ό Κομνηνός γνώρισε τήν Θεοδώρα. Η αμοιβαία συμπάθεια καί αγάπη πού δημιουργήθηκε αμέσως ανάμεσα στούς δύο νέους οδήγησε τόν Μιχαήλ Β’ ‘Αγγελο Κομνηνό νά ζητήσει έπίσημα σέ νόμιμο γάμο από τά αδέλφια της, τή Θεοδώρα. Εκείνοι δέχτηκαν μετά χαράς τήν πρόταση.’Ως ήμέρα τής γαμήλιας τελετής ορίστηκε ή Κυριακή τής Ζοωδόχου Πηγής τού 1230μ.Χ.

Ο Γάμος έγινε μέ όλη τήν Βυζαντινή πράξη καί μεγαλοπρέπεια. Τό καλοκαίρι πού ακολούθησε βρήκε τό ζευγάρι στά Σέρβια νά κάνει σχέδια γιά τό μέλλον. Πρίν αρχίσουν οί φθινοπωρινές βροχές αποφασίστηκε νά τελειώσει ή γαμήλια περίοδος στά Σέρβια καί τό νιόπαντρο ζευγάρι νά φύγει γιά τήν ‘Αρτα. Η Θεοδώρα αφού χαιρέτησε γνωστούς καί φίλους δέν παρέλειψε πρίν ξεκινήσει νά πάρει καί τήν ευχή τού ερημίτη Συμεών.

Η Θεοδώρα ειχε προκαλέσει τήν έκπληξη από τήν πρώτη στιγμή στούς ανθρώπους τού Μιχαήλ, όχι μόνο μέ τήν ομορφιά καί τή χάρη της αλλά καί μέ τίς γνώσεις, τήν ευστροφία καί τήν ψύχραιμη ετοιμότητα της. Είχαν μείνει όλοι έκπληκτοι μέ τίς ιδέες καί τίς απόψεις τής μικρής Βασίλισσας ακόμη καί πάνω σέ ζητήματα στρατιωτικά.

ΓΙ αυτό καί μέ προθυμία, κατά τούς ορισμούς της, τήν κρατούσαν ενήμερη σέ ότι συνέβαινε κατά τήν διάρκεια τού ταξιδιού. ‘Οταν τό βασιλικό ζευγάρι έφτασε στήν ‘Αρτα τούς επιφυλασσόταν θερμή υποδοχή. ‘Αρχοντες καί λαός πανηγύρισαν τό γάμο καί τόν ερχομό τού βασιλικού ζεύγους. Από τήν πρώτη κιόλας στιγμή τού έγγαμου βίου της, ή Αυγούστα προσπαθούσε νά φυλάει μέ ευγένεια καί σεμνότητα τίς προσωπικές επιλογές τής ελευθερίας της.Κρατούσε τήν προσωπικότητά της αλώβητη καί δέν αφηνόταν έρμαιη νά χάνεται στή δίνη τής ρέουσας καθημερινότητας. Ο Μιχαήλ Β’ Κομνηνός καί ή Θεοδώρα γίνανε δεκτοί από τούς Άρχοντες καί το λαό μέ πολύ εθουσιασμό καί πανηγύρια στήν Άρτα. Κύριο μέλημα τού Μιχαήλ Β’ τού Κομνηνού ήταν νά δώσει τήν παλιά του αίγλη στό Δεσποτάτο τής Ηπείρου.Μέρες, εβδομάδες ακόμη καί μήνες απουσίαζε ό Δούκας από τήν Άρτα καί έτσι βυθισμένος στίς βασιλικές υποχρεώσεις απομακρυνόταν από τήν οικογενειακή θαλπωρή καί αγάπη. Όμως καί ή Θεοδώρα δέν άφηνε τόν εαυτό της νά παρασυρθεί στήν αδράνεια τής εγκατάλειψης. Κατακτούσε τό λαό καί τήν αγάπη τών ανθρώπων μέ τόν δικό της τρόπο΄ μέ τήν κάλυψη τών καθημερινών αναγκών καί τή θεραπεία τής φτώχιας καί τού ψυχικού τους πόνου. Οργάνωνε συσίτια γιά τούς περιπλανώμενους καί τούς μετανάστες εξαιτίας τών πολέμων. Συστηματοποιούσε τή φιλανθρωπία σέ μόνιμη βάση. Ίδρυε προνοιακούς σταθμούς καί ενθάρυνε τίς εκκλησίες καί τά μοναστήρια νά κτίζουν πλάι τους κελλιά καί ξενώνες γιά τούς άπορους καί τούς ταξιδιώτες. Οί κάτοικοι όλόκληρης τής Ηπείρου επισκέπτονταν συχνά την Βασίλισσα καί εκείνη τούς συνέτρεχε σέ ότι είχαν ανάγκη. Τά πράγματα όμως μέ τό Δούκα Μιχαήλ δέν πήγαιναν καί τόσο καλά. Τό πάθος του γιά τήν εξουσία, γιά τή δόξα, καί τήν επικράτησή του σέ όλον τόν κόσμο, πραγματικά τόν αποξένωναν από τούς δικούς του ανθρώπους καί κυρίως από τήν Βασίλισσα καί σύζυγο του Θεοδώρα καί έτσι τόν καθιστούσαν ευάλωτο σέ παντοδαπούς ψυχικούς πειρασμούς καί αισθησιακές προκλήσεις. Πολύ γρήγορα ό Δούκας Μιχαήλ Β’ ‘Αγγελος Κομνηνός έμπλεξε μέ τήν Γαγγρηνή. Απόσμασμα από τό βιβλίο τής κ. Αναστασίας Ν. Κυνηγοπούλου << ΒΑΣΙΛΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΕΣ ΑΓΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ>> Πού είναι αφιερωμένο στόν + Πατριάρχη Παύλο, στόν ταπεινό καί άγιο αυτό θεματοφύλακα τής Ορθόδοξης πίστης τού Σερβικού λαού.

Η φυγή τής Θεοδώρας από τό παλάτι.

«Τά πράγματα μεταξύ τού Μιχαήλ Β’ Κομνηνού καί τής Θεοδώρας άρχισαν νά μήν πηγαίνουν τόσο καλά. Πολύ γρήγορα ό Δούκας Μιχαήλ Β’ ‘Αγγελος Κονμηνός έμπλεξε μέ τήν Γαγγρηνή. Η Γαγγρηνή ήταν μιά νέα καί πολύ όμορφη γυναίκα πολυδιδαγμένη καί έμπειρη στά ερωτικά. Ο άνδρας της ήτανε όφφικιάλιος τού στρατού τής Ανατολής καί είχε αυτομολήσει στήν ‘Αρτα όπου ό Μιχαήλ τόν ένταξε στό επιτελείο του. Αλλά σέ κάποια πολεμική σύγκρουση σκοτώθηκε, άφήνοντας τήν Γαγγρηνή χήρα στό κύκλο τών μεγαλοκυράδων τού παλατιού τής Ηπείρου. Μένοντας , όμως στό κοντινό περιβάλλον τού Δούκα, πονηρή καί ακατανίκητη καθώς ήταν, προσέγγισε τό νεαρό Βασιλιά. Χρησιμοποιώντας τή μαγεία, στήν αρχή κατάφερε νά τού κλέψει τήν προσοχή καί στή συνέχεια τόν κατέστησε παιχνίδι της, ωθώντας τον επίμονα καί προκλητικά, νά διώξει από κοντά του τή νόμιμη γυναίκα του καί Βασίλισσα Θεοδώρα καί στή θέση της μεγαλόπρεπα καί ηγεμονικά νά θρονιαστεί εκείνη. Ταπεινωμένη σέ έσχατο βαθμό καί πονεμένη ή Θεοδώρα αποφάσισε νά φύγει από τό παλάτι καί νά βρεί καταφύγιο πέρα στίς άγνωστες λαγκαδιές καί στά άγρια καταράχια τών Τζουμέρκων καί εκεί νά περιμένει καρτερικά τή βέβαιη παρέμβαση τού Θεού. Έτσι καί έγινε καί αφού περιπλανήθηκε αρκετά στίς ερημικές περιοχές τών Τζουμέρκων, βρέθηκε μπροστά σέ ένα μισοερειπωμένο μοναστήρι. Σέ αυτό τό μοναστήρι πού ήταν αφιερωμένο στόν ‘Αγιο Νικόλαο, ζούσαν δύο γερόντισσες μοναχές οί όποίες μέ χαρά καί χωρίς νά ρωτήσουν τίποτα, δέχτηκαν νά φιλοξενήσουν τή Θεοδώρα.

Η Γέννηση τού διαδόχου

Η Θεοδώρα έμεινε κάμποσες μέρες μέσα στή ζεστή ατμόσφαιρα του μοναστηριού τού Άη-Νκόλα όμως φοβόταν νά μείνει περισσότερο σκεπτόμενη ότι ή πιθανή ανακάλυψή της θά είχε συνέπειες καί σέ εκείνη καί στό παιδί πού θά έφερνε σέ λίγο στόν κόσμο. Γιά νά αποφύγει τούς πιθανούς διώκτες της αποφάσισε νά εγκαταλείψει γιά λίγο τό φιλόξενο καταφύγιο της γιά νά επιστρέψει πάλι σέ αυτό όταν θά ερχόταν ή ώρα της νά γεννήσει τό διάδοχο. Ο διάδοχος γεννήθηκε αλλά ό φόβος δέν έφυγε από τή νεαρή μητέρα, ή όποία αποφάσισε νά φύγει γιά δεύτερη φορά από τό φιλόξενο μοναστήρι καί νά ξαναγυρίσει στό κρυσφύγετο τής Πίνδου πού τής πρόσφεραν μεγαλύτερη προστασία. Ο βαρύς όμως χειμώνας θά αναγκάσει τή Θεοδώρα νά πάρει τό μωρό της καί νά επιστρέψει στό μοναστήρι τού Αγίου Νικολάου. Στό μοναστήρι θά συναντήσει τή Βασίλισσα Θεοδώρα ό πατήρ Νικηφόρος, ένας ταπεινός καί καλοκάγαθος κληρικός από τό χωριό Πρένιτσα. Ο παπα-Νικηφόρος ήτανε ό λειτουργός καί ό πνευματικός τής μονής. Σέ αυτόν τόν ταπεινό λευίτη ή Θεοδώρα θά εμπιστευτεί τό δράμα της καί θά τού εναποθέσει τόν πόνο καί τίς ελπίδες της καί αυτός μέ τή σειρά του θά πάρει τή μητέρα καί τό παιδί καί θά τούς οδηγήσει γιά μεγαλύτερη ασφάλεια στό σπίτι του, στό χωριό Πρένιτσα. Στό σπίτι τού ιερέα ή Θεοδώρα είχε τήν ευκαιρία νά διαβάζει μέ τίς ώρες. Ο προστάτης τους τής προμήθευε βιβλία καί φυλλάδες πού διαπραγματεύονταν σοβαρά θέματα τής πίστεως καί τής ιστορίας καί έτσι ή Βασίλισσα εμπλούτιζε τίς γνώσεις της κάθε μέρα καί περισσότερο. Στό μεταξύ στό παλάτι τής ‘Αρτας ό Μιχαήλ μέ τήν πολύτιμη βοήθεια τών ανθρώπων του ανακάλυψε τόν πραγματικό ρόλο πού έπαιζε όλα αυτά τά χρόνια ή Γαγγρηνή ή όποία καί ομολόγησε πώς μέ τή βοήθεια τής μαγείας καί άλλων αθέμιτων μέσων κρατούσε τό Μιχαήλ δέσμιο τών σχεδίων της. Ο Μιχαήλ άν καί είχε αποκτήσει δύο νόθους γιούς μέ τή Γαγγρηνή, κουρασμένος καί αηδιασμένος τήν έδιωξε από κοντά του καί στή συνέχεια μετανοιωμένος αποζητούσε τή γυναίκα του. Η επάνοδος της Θεοδώρας στην Άρτα Η επάνοδος τής Θεοδώρας στήν ‘Αρτα ύστερα από πέντε χρόνια εξορίας, έγινε βασιλικά καί μέ κάθε επισημότητα.Πρίν μπεί όμως ή Αυγούστα στήν πόλη τής ‘Αρτας ζήτησε νά επισκεφθεί πρώτα τή θαυματουργή Οδηγήτρια στή μονή τής Παναγίας Βλαχέρνας καί νά τήν ευχαριστήσει πού άκουσε τίς προσευχές της. Πολύ γρήγορα ή θεοδώρα άρχισε νά παίρνει πρωτοβουλίες σέ έργα είρηνικά.’Ετσι γιά μιά όλόκληρη δεκαετία σχεδόν, σέ συννεόηση μέ τίς κεφαλές τής Εκκλησίας καί μέ ξακουστούς τεχνίτες απ’ όλες τίς περιοχές, άρχισε νά κτίζει ίδρύματα, ναούς μεγαλοπρεπείς καί μοναστήρια πού κοσμούσαν όλη τήν Ήπειρο, τή Μακεδονία, τήν Αίτωλοακαρνανία καί τόν Αμβρακικό. Ενώ ξεχωριστά κτίσματα, αληθινά κοσμήματα, αναστηλώνονταν ή ανακαινίζονταν εξαρχής. Η μονή τής Παντάνασσασς κοντά στήν Φιλιππιάδα, ή Παναγία ή Βλαχέρνα πού ξεχώριζε γιά τήν είκόνα τής Οδηγήτριας, ή Κάτω Παναγιά, ό ‘Αγιος Δημήτριος τού Κατσούρη ανάμεσα στούς μπαξέδες τής΄’Αρτας, ήτανε έργα πού δείχνανε τήν πίστι καί τό σεβασμό τής Αυγούστας. Ακόμη τής ίδιας εποχής ήτανε ή μονή τού Αγίου Γεωργίου, ή Μεταμόρφωση στό Γαλαξίδι πού βεβαίωναν τήν ψυχική μεταστροφή τού Μιχαήλ Β’, αλλά καί τήν πνευματική αναλαμπή τών Κομνηνο δουκάδων. Μέσα σέ αυτό τό κλίμα, στήν καθημερινή δραστηριότητα καί στήν ανεμπόδιστη ροή τής ίστορίας, ή Θεοδώρα έβρισκε καί όλο τόν καιρό, όχι μόνο Βασίλισσα καί Αυγούστα νά είναι αλλά καί γυναίκα καί σύνευνη καί μητέρα. Νά ζεί έντονα καί ολοκληρωτικά όλους τούς ρόλους της καί νά επαρκεί. Σχεδόν χρόνο παρά χρόνα γεννούσε καί από ένα παιδί καί έφτασε νά δώσει στούς Αγγελώνυμους Κομνηνούς στό διάστημα τού έγγαμου βίου της έξι (6) υγιέστατα παιδιά. Τρείς γιούς καί τρείς θυγατέρες.Τό Νικηφόρο πού είχε γεννήσει στήν εξορία, τόν Ιωάννη καί τόν Δημήτριο, τήν Ελένη, τήν ‘Αννα καί μιά ανώνυμη( κατά άλλους Μαρία). (Από τό βιβλίο τής κ. Αναστασίας Ν. Κυνηγοπούλου » ΒΑΣΙΛΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΕΣ ΑΓΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ».)

Η Αγία Θεοδώρα καί Άγιος Ανδρέας ό ερημίτης.

Τόν καιρό πού ήταν Βασίλισσα στήν Άρτα ή Θεοδώρα, ασκήτευε στά μέρη τού γειτονικού Βάλτου καί συγκεκριμένα στό βουνό Καλάνα ό ‘Αγιος Ανδρέας ό ερημίτης. ‘Οταν ό Θεός θέλησε νά πάρη τό πνεύμα τού Οσίου Ανδρέα, φάνηκαν στόν Ούρανό άναμμένες λαμπάδες.Οί λαμπάδες αυτές έβγαζαν ένα φώς λαμπερό, πού φαινόταν από όλη τήν περιοχή.Αυτές κατέβαιναν από τόν Ούρανό καί σταματούσαν επάνω στό σημείο, όπου ήταν τό λείψανο τού Αγίου Ανδρέα. Τό θαυμαστό αυτό σημείον φάνηκε όχι μόνο στά γύρω χωριά τού Βάλτου, αλλά καί στά πιό πέρα. Μαθεύτηκε δέ καί στήν ‘Αρτα. Τότε ή ευσεβεστάτη Θεοδώρα μαζί μέ όλη τή Σύγκλητο, σάν νά πούμε τήν Κυβέρνηση, έτρεξαν στό Ασκητήριο τού Αγίου καί βρήκαν εκεί τό λεί ψανό του. ‘Εμαθαν μάλιστα από τούς περιοίκους καί πολλά θαύματα, πού είχε κάνει ό Θεός διά τού Οσίου Ανδρέου. Τότε έθαψαν εκεί τόν ‘Αγιο. Διέταξε δέ ή Βασίλισσα Θεοδώρα καί οίκοδομήσανε στό μέρος έκείνο Ναόν είς τιμήν τού Οσίου Ανδρέου. Η μνήμη του τιμάται στίς 15/5.images

Στό μοναστήρι δέκα χρόνια

Περί τό 1271 απέθανε ό Βασιλεύς Μιχαήλ.’Εμεινε πλέον χήρα ή εύσεβής Θεοδώρα, άλλά καί ελεύθερη νά ενεργήση χριστιανικά όπως ήθελε. Έπήγε αμέσως στό μοναστήρι τής Βλαχέρνας καί έγινε μοναχή. Από τότε, πού μπήκε στό μοναστήρι αυτό αύξησε περισσότερο τίς νηστείες, τίς αγρυπνίες καί τίς αγαθοεργίες της. Προσευχότανε πάρα πολύ καί βοηθούσε όσους ύπέφεραν. Η ύποταγή της έγινε παροιμιώδης.Υποτασσόταν σέ όλες τίς καλόγριες, πού είχε μαζί της μέ μεγάλη προθυμία. ‘Αν έβλεπε κανένα νά αδικήται, έτρεχε κοντά του καί τόν βοηθούσε. Υπήρχε τότε πολλή φτώχεια καί δυστυχία.Γι αυτό, προστάτευε τίς χήρες καί τά ορφανά. Παρηγορούσε καί ενίσχυε τίς πικραμένες καί λυπημένες ύπάρξεις. ‘Εκανε τά πάντα γιά νά συμπαρασταθή σέ όλους.<<Τοίς πάσιν έγένετο τά πάντα>>, κατά τόν Απόστολον Παύλον, γιά νά τούς κερδίση όλους καί νά τούς φέρει στό δρόμο τού Θεού. ‘Ετσι, έζησε δέκα χρόνια μοναστικό βίο στερήσεων γιά τούς δικούς της καί ξένους. Ζητούσε τή λησμοσύνη στήν εύχαρίστηση τής φιλανθρωπίας καί τήν παρηγορίαν στίς στιγμές τών δεήσεων.Στόλιζε τόν εαυτό της μέ όλες τίς αρετές, αλλά καί τόν Ναόν τού Θεού εστόλιζε μέ κάθους είδους ίερά καί πολύτιμα αφιερώματα. Στό μοναστήρι ώς μοναχή έζησε περίπου δέκα χρόνια.

Η Κοίμησης τής Αγίας

Ηλθεν όμως ό καιρός νά αναχωρήση από τόν μάταιο τούτο κόσμο ή Αγία Θεοδώρα. Ο Θεός τής απεκάλυψε τήν ώρα τού θανάτου της. Επειδή, όμως ήθελε νά ζήση ακόμη, γιά νά αποτελειώσει τόν Ναό της παρεκάλεσε τόν Άγιον Γεώργιον καί τήν Υπεραγία Θεοτόκον νά μεσιτεύσουν στόν Μονογενή Της Υιόν, νά τήν αφήση νά ζήση ακόμη έξη μήνες. Πράγματι! Παρέμεινε στή ζωή καί ετελείωσε τόν Ναόν. ‘Ηταν Μάρτιος τού 1281μ.χ. Η πίστωση χρόνου πού είχε ζητήσει ή Αγία Θεοδώρα από τήν Θεοτόκο καί τόν Αγιο Γεώργιο είχε τελειώσει. Όταν πέρασαν οί έξη μήνες, μάζεψε κοντά της όλες τίς Μοναχές καί τίς παρεκάλεσε νά κάνουν πρόθυμα, όσα είναι ώφέλιμα γιά τήν ψυχή τους σωτηρία, όπως εύαρεστήται ό Θεός. Αφού δίδαξε καλά όλα, μέ πολλή χαρά καί αγαλλίασι παρέδωσε τήν Αγία της ψυχή στά χέρια τού Θεού, τόν Οποίον ύπηρέτησε σέ όλη της τήν ζωή μέ κόπους καί μόχθους, μέ περιφρονήσεις, μέ ταλαιπωρίες, μέ νηστείες καί αγρυπνίες, μέ εγκράτεια καί ελεημοσύνες, μέ σωφροσύνη καί μέ κάθε είδους αρετές. Καί όλα αυτά τά έκαμε χωρίς νά εμποδίζεται από τήν επίγεια εξουσία, πού είχε σάν Βασίλισσα.Γι’ αυτό, καί ό Θεός τήν ανέπαυσε στήν Ούράνια Βασιλεία Του είς τάς αίωνίους Μονάς μέ όλους τούς Αγίους, τών όποίων μιμήθηκε τά έργα καί τά κατορθώματα. Εκοιμήθη σέ ηλικία 70 ετών περίπου. Ποτέ ή ‘Αρτα δέν είχε κηδέψει άρχοντα, αξιωματούχο ή καί Βασιλέα ακόμα, μέ τόσο σεβασμό καί συντριβή. Τρείς ολόκληρες ημέρες προσερχόταν ό λαός καί οί επίσημοι μπροστά από τό κιβούρι μέ τό ιερό σκήνωμά της, γιά νά προσκυνήσουν καί νά αποτίσουν φόρο τιμής καί αγάπης πρός τή γυναίκα- μητέρα πού είχε βασανιστεί, αλλά καί μεγαλουργήσει σέ έργα φιλανθρωπίας. Τό πένθος βαρύ, αλλά ήρεμο είχε απλωθεί σέ όλο τό Δεσποτάτο. Είχαν έρθει άνθρωποι από τά Σέρβια, τή Μακεδονία, τά Γιάννενα, τή Θεσσαλία καί τήν Πελοπόνησο γιά νά παραστούν στό ξόδι της. ‘Ελεγε πάντα τώρα είμαι Μοναχή καί έτσι επιθυμώ νά πεθάνω καί νά κηδευτώ.Μέ τό τυπικό πού προβλέπει ή Αγία μας Εκκλησία καί ή μοναστική Πολιτεία. Τήρησε καταλεπτώς τό Κοινόβιο τήν ιερή επιθυμία της. ‘Ετσι τό τιμημένο λείψανο τής Μοναχής Θεοδώρας ράφτηκε μέσα στό ράσο της καί τοποθετήθηκε σέ ξύλινο φορείο ( νεκροκρέβατο), τό καγκελωτό ψάθιο. Επιδή ήταν Ηγουμένη, άφησαν μόνο τό πρόσωπό της ξέσκεπο ακουμπισμένο πάνω σέ κεραμίδι, έβαλαν στό στήθος της μιά τρίμορφη εικόνα καί τήν τοποθέτησαν στό μέσο τού Καθολικού τής Μονής. Όσο καιρό έμεινε εκεί γιά προσκύνημα, έκαιγε λαμπάδα καί οί αδελφές ενναλάξ διάβαζαν τό ψαλτήρι. Η Θεοδώρα Πετραλείφα από τά Σέρβια πού έγινε Βασίλισσα Κομνηνή καί μοναχή στήν ‘Αρτα έκλεισε τόν επίγειο κύκλο της, ζώντας μέ οσιότητα καί ταπείνωση, όχι συνηθισμένη καί αυτό επειδή είχε κρατήσει ώς θησαυρό ατίμητο τή μητρότητα,τήν ταπείνωση καί τήν υπομονή. Η ταίς πρός τόν Θεόν αγίαις ευχαίς αξιωθείημεν καί ήμείς σωτηρίας τυχείν. Αμήν.

ΤΑ ΑΓΙΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ

Η Θεοδώρα θάφτηκε στό Ναό της, τού Αγίου Γεωργίου, δεξιά τού νάρθηκος. Οί Αρτινοί αργότερα τόν μετονόμασαν στή μνήμη τού ονόματός της, γιορτάζοντάς την στίς 11 Μαρτίου κάθε χρόνο. Γύρω από τή σεπτή Βασίλισσα, πού ανακηρύχτηκε Αγία καί Πολιούχος τής ‘Αρτας, ή λαική φαντασία έπλεξε τούς ώραιότερους θρύλους, ανακατεμένους καί μέ ζωντανές πραγματικότητες, έτσι πού σήμερα θά ήταν δύσκολο νά ξεχωρίσει κανείς τούς πρώτους από τούς δεύτερους. Σπίθες καί φλόγες, λέγει έβγαιναν από τόν τάφο της καί ή παρηγορία καί ή δύναμις ξεπηδούσε από τόν τάφο της είς όλους τούς πονεμένους ψυχικά καί σωματικά, πού μέ φλογερή πίστι ζητούσαν τήν βοήθειαν της. Μερικοί ίσχυρίστηκαν πώς τά λείψανα δέν υπήρχαν πλέον στόν τάφο καί ότι Δυτικοί κατακτηταί τά είχαν αρπάξει. Αρκετοί τό πίστευαν μέχρι τό 1873, όπότε μέ τίς ενέργειες τού τότε Μητροπολίτου ‘Αρτας Σεραφείμ τού Βυζαντίου, συγγραφέως τού μοναδικού βιβλίου γιά τήν ιστορία τής ‘Αρτας, έγινε καί ή ανασκαφή ώς εξής: Πρώτον, πρό τού μνημείου εψάλη υπό τού Αρχιμανδρίτου Σεραφείμ Κλεομβρότου, αντιπροσώπου τού Επισκόπου Σεραφείμ πού απουσίαζε είς Κωνσταντινούπολιν ή Παράκλησις τής Αγίας. Επικολούθησεν ή έκσκαφή μέ πλήρη θρησκευτική εύλάβεια. Ο Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ μέ καταφανή ευλάβεια καί συγκίνηση κατέβηκε ακολούθως στόν τάφο. Εκεί μέ ιερό δέος, μέ προσοχή καί επιδεξιότητα, συγκέντρωσε τά Άγια όστά της, τά ετοποθέτησε σέ καθαρό σινδόνι καί τά έβαλε κατόπιν σέ κιβώτιο, τό όποίον καί εφράγισε. Τό κιβώτιο μέ τά ιερά λείψανα μεταφέρθηκε από τούς Ιερείς μέ ψαλμούς καί θυμιάματα στήν Εκκλησία καί τοποθετήθηκε πρό τής Ωραίας Πύλης τού Ιερού Βήματος. (Αρχ. Χ. Βασιλόπουλος από τούς ΒΙΟΥΣ ΑΓΙΩΝ, Η ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ Τά οστά τής Αγίας λιτανεύονται έπίσημα κάθε χρόνο στίς 11 Μαρτίου μέ ιερή κατάνυξι καί συμμετοχή όλου τού Νομού.Μετά τήν λιτάνευσι ξανατοποθετούνται τά θαυματουργικά λείψανα στό ίερό της κουβούκλιο. Θαυματουργή είναι επίσης καί ή μεγάλη ασημένια είκόνα της. Διότι ή βασίλισσα <<πολλών καί μεγίστων θαυμάτων ώφθη αυτουργός>>. Θά μπορούσε λοιπόν καί ή Αγία Θεοδώρα νά είπη μαζί μέ τόν Απόστολο Παύλο:<< Τόν αγώνα τόν καλόν ήγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα, λοιπόν απόκειταί μοι ό τής δικαιοσύνης στέφανος>>,τόν όποίον στέφανον τής έδωσε ό ίδιος ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Διότι ό Κύριος όπως είδαμε, τήν εδόξασε, όχι μόνον στόν Ούρανό, αλλά καί εδώ στή γή μέ τά άπειρα θαύματα, πού έκαμε. Όσοι πήγαν στόν Ναό τής Αγίας καί εζήτησαν μέ θερμή πίστι τήν βοήθειά της καί τήν μεσιτείαν της πρός τόν Χριστόν, λυτρώθηκαν από φοβερές ασθένειες καί μεγάλα νοσήματα. Σέ τυφλούς έδωσε τό φώς τους, δαιμονιζομένους τούς έκαμε καλά καί άλλες πολλές ασθένειες εθεράπευσε. Όχι μόνο στήν εποχή της, αλλά καί σήμερα, όποιος τήν επικαλείται μέ πίστι, τόν βοηθάει ή Αγία Θεοδώρα τής Άρτας σέ κάθε τού θλίψι καί τόν γιατρεύει από κάθε αρρώστεια.

Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ

Η Αγία Θεοδώρα βοηθάει όχι μόνον όσους πηγαίνουν στό Ναό της, αλλά καί όσους από μακριά τήν επικαλεσθούν, είτε κινδυνεύουν στή θάλασσα, είτε παγιδεύονται από κακούς ανθρώπους καί ληστές. Βοηθάει ή Αγία σέ οποιονδήποτε δυσκολία καί άν ευρίσκεται κανένας. Βοηθάει πάντοτε ή Αγία ανάλογα μέ τήν ανάγκη καί τήν πίστι τού καθενός. Διαβάζουμε δέ στό συναξάριον τής Αγίας. << Τού Θεού δέ ταύτην δοξασάντος ύστερον, πολλών καί μεγίστων θαυμάτων ώφθη αυτουργός, ασθενείας καί νόσους τών προστρεχόντων αυτή ίατρεύουσα καί δαίμονας έξ ανθρώπων ελαύνουσα, καί ποικίλα πάθη ανίατα καθεκάστην θεραπεύουσα. Εθεράπευσε δέ καί καρκίνου πάθος καί έτερα φρικτά πεποίηκε καί είς έτι φαίνεται ποιούσα, ών ούκ έστιν αριθμός΄ ού μόνον γάρ τοίς έν σεπτώ αυτής τάφω προσπίπτουσιν, αλλά καί τοίς εγγύς καί τής μακράν καί έν θαλάσση καί έν νήσοις φθάνει επικληθείσα καί τοίς πέρασι θερμώς βοηθούσα. »Η ταίς πρός τόν Θεόν άγίαις εύχαίς άξιωθείημεν καί ήμείς σωτηρίας τυχείν. Αμήν!!!

Σκηνές από τον βίο της Αγίας Θεοδώρας της πολιούχου της Άρτας.(Μέρος Β)